H Ελένη Μπούκουρα Αλταμούρα (1821 – 1900) ήταν η πρώτη ελληνίδα ζωγράφος, της οποίας η τραγική ζωή έγινε το θέμα ενός μυθιστορήματος, του «Ελένη ή ο Κανένας» της Ρέας Γαλανάκη, και ενός θεατρικού έργου.
Ήταν κόρη του καπετάν Γιάννη Μπούκουρα ή Μπούκουρη, του μετέπειτα πρώτου θεατρώνη της Αθήνας. Παιδί ακόμα, έκλεβε αποκέρια και ζωγράφιζε φίλες της που της πόζαραν στην αυλή του παρθεναγωγείου.
Ο πατέρας της, αναγνωρίζοντας το ταλέντο της, την έστειλε στην καλλιτεχνική Ακαδημία της Ρώμης, όπου σπούδαζαν το γυμνό και απαγόρευαν τις μαθήτριες, γι αυτό και πήγε ντυμένη ως άνδρας. Κάποια στιγμή το αντιλαμβάνεται ο καθηγητής της Φραντσέσκο Σαβέριο Αλταμούρα. Ακολουθεί ειδύλλιο, παντρειά και τρία παιδιά, το ένα ο θαλασσογράφος Ιωάννης Αλταμούρας (1854-1878), η Σοφία και ο Αλέξανδρος.
Η Ελένη, αφού εγκαταλείφθηκε από το σύζυγό της (την εγκατάλειψε με την ερωμένη του, φίλη της Ελένης και επίσης ζωγράφο Τζέιν Χέυ το 1857 παίρνοντας μαζί του και το μικρότερο γιό τους Αλέξανδρο), επέστρεψε στην Ελλάδα με τον Ιωάννη και τη Σοφία και άρχισε να παραδίδει μαθήματα ζωγραφικής σε κοπέλες της Αθήνας.
Όταν αρρώστησε από φυματίωση η κόρη της, επέστρεψε στις Σπέτσες. Το 1878, από φυματίωση επίσης, έχασε και τον ταλαντούχο γιό της Ιωάννη.
Η απώλεια των δύο νέων προκάλεσε νευρικό κλονισμό στην Ελένη. Έμεινε μόνη για αρκετά χρόνια στο σπίτι των Σπετσών, όπου και πέθανε τον Μάρτιο του 1900.
Πηγή: «ΣΠΕΤΣΕΣ, Ιστορία – Πρόσωπα – Γεγονότα», Δήμος Σπετσών.